φώκος

φώκος
Όνομα 2 μυθικών προσώπων. 1. Ήταν γιος του Ορνυτίωνα ή του Ποσειδώνα και εγγονός του Σίσυφου. Σύμφωνα με την παράδοση οδήγησε αποίκους από την Κόρινθο στη γύρω περιοχή του Παρνασσού, η οποία, από το όνομά του, ονομάστηκε Φωκίδα. Ηρώο του Φ. υπήρχε στην Τριχωνίδα, στη χώρα των Δαυλίων, όπου συχνά προσφέρονταν θυσίες. Κατά μία άλλη εκδοχή, ο Φ. θάφτηκε στην Tιθορέα μαζί με την ηρωίδα Αντιόπη, την οποία, αφού γιάτρεψε από μανία, τελικά την παντρεύτηκε. 2. Ήταν γιος του Αιακού και της Νηρηίδας Ψαμάθης και πατέρας του Πανοπέα και του Κρίσου, των επώνυμων ηρώων των φωκικών πόλεων Κρίσας και Πανοπέας, στις οποίες οδήγησαν αποίκους από την Αίγινα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Φ. σκοτώθηκε από τον ετεροθαλή αδελφό του Πηλέα σε αγώνα λιθοβολίας, με δόλο, σε συνεννόηση με τη μητέρα του. Αργότερα, το έγκλημα έγινε γνωστό και ο δολοφονημένος Φ. θάφτηκε από τον πατέρα του στην Αίγινα, κοντά στο Αιάκειο. Άλλη παράδοση αναφέρει ότι ο Φ., πριν δολοφονηθεί, είχε εγκατασταθεί στη γύρω από τον Παρνασσό περιοχή, που εξαιτίας του ονομάστηκε Φωκίδα.
* * *
ὁ, Α
(κατά τον Ησύχ.) φώκαινα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τής λ. φώκη κατά τα αρσ. σε -ος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Φῶκος — bird masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φῶκος — bird masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φῶκε — Φῶκος bird masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φῶκε — φῶκος bird masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φῶκον — Φῶκος bird masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φῶκον — φῶκος bird masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φώκου — Φῶκος bird masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φώκου — φῶκος bird masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φώκῳ — Φῶκος bird masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φώκῳ — φῶκος bird masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”